In time, every human being... every form of life evolves and gets lost forever along with their history, memories and narratives.
What is left behind to verify that they once existed; that they laughed, fell in love, got scared, sang, were executed, embraced, and separated from the stories they were telling? Thus, they remained silent for ever.
In the debris of the old watermills in Goumenissa there is only a discreet "scent of the people who are gone".
The installation composes the image and the movement within the space and time, creating an associative narrative of all the forgotten memories. A journey into the path of decay and inevitability, which - at some point - we all will follow. Death... a silent voice narrating smoothly every single “scent of the people who are gone” for the next generations to know.
Μέσα στον χρόνο, ο κάθε άνθρωπος... η κάθε μορφή εξελίσσεται και χάνεται για πάντα μαζί με την ιστορία, τις μνήμες και τις αφηγήσεις της.
Τι μένει πίσω να μαρτυρά πως κάποτε υπήρξαν; Πως κάποτε γέλασαν, ερωτεύτηκαν, φοβήθηκαν, τραγούδησαν, εκτελέστηκαν, αγκαλιάστηκαν και αποχωρίστηκαν από τις ιστορίες που αφηγούνταν; Έτσι απλά, σώπασαν για πάντα.
Στα συντρίμμια των παλιών νερόμυλων της Γουμενισσας έχει μείνει μονάχα μια διακριτική «μυρωδιά ανθρώπων που φύγαν». Το installation συνθέτει την εικόνα και την κίνηση μέσα στον χώρο και τον χρόνο, δημιουργώντας στον θεατή τη συνειρμική αφήγηση όλων αυτών των ξεχασμένων αναμνήσεων. Ένα ταξίδι στην πορεία της φθοράς και του αναπόφευκτου, στο όποιο κάποτε όλοι μας έτσι απλά θα πορευτούμε. Ο θάνατος... μια σιωπή να αφηγείται στις επόμενες γενιές με ηρεμία την κάθε μια «μυρωδιά ανθρώπων που φύγαν μακριά».